Ηταν δεκάχρονο παιδί,που το έκλεψαν οι Αγαρηνοί.
Το πήγανε πολύ μακριά,οι βάρβαροι μες την τουρκιά.
Του έλεγαν καθημερνά πως θα τον κάνουν βασιλιά,
για να μην κλαίει και ζητά,της μάνας του την αγκαλιά.
Περάσανε χρόνια πολλά,θρηνώντας οι γωνοίς πικρά.
Δεήσεις κάναν στον Θεό,για τον χαμένο τους τον γιο
Μια μέρα με καλοκεριά, χτυπά η πόρτα σιγαλά.
Μπροστά τους βλέπουν ένα νιο ένα ψηλό αγαρηνό.
Τους αγκαλιάζει τους φιλά,μάνα πατέρα λέει ξανά.
ο σκύλος τον εγνώρισε,και τον εκαλωσόρισε.
Και από φόβο στην τουρκιά,τον κρύψανε μες τα βουνά.
Τον βλέπανε εκεί κρυφά,ξημέρωμα και την νυχτιά.
Ερχόταν οι Αγαρηνοί,τον γύρευαν βράδυ πρωί.
Τρεις χρόνους μπαινοβγαίνανε τον νέο εγυρεύανε.
Από την συλλογή μου (Πατριοτικά) ΜΑΡΙΝΑ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗ
Το πήγανε πολύ μακριά,οι βάρβαροι μες την τουρκιά.
Του έλεγαν καθημερνά πως θα τον κάνουν βασιλιά,
για να μην κλαίει και ζητά,της μάνας του την αγκαλιά.
Περάσανε χρόνια πολλά,θρηνώντας οι γωνοίς πικρά.
Δεήσεις κάναν στον Θεό,για τον χαμένο τους τον γιο
Μια μέρα με καλοκεριά, χτυπά η πόρτα σιγαλά.
Μπροστά τους βλέπουν ένα νιο ένα ψηλό αγαρηνό.
Τους αγκαλιάζει τους φιλά,μάνα πατέρα λέει ξανά.
ο σκύλος τον εγνώρισε,και τον εκαλωσόρισε.
Και από φόβο στην τουρκιά,τον κρύψανε μες τα βουνά.
Τον βλέπανε εκεί κρυφά,ξημέρωμα και την νυχτιά.
Ερχόταν οι Αγαρηνοί,τον γύρευαν βράδυ πρωί.
Τρεις χρόνους μπαινοβγαίνανε τον νέο εγυρεύανε.
Από την συλλογή μου (Πατριοτικά) ΜΑΡΙΝΑ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗ
No comments:
Post a Comment